- καστανιῶν
- καστανίαιsweet chestnutsmasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καστανόχωμα — το χώμα που σχηματίζεται κοντά στις ρίζες τών καστανιών από τα φύλλα τους που πέφτουν στη γη και σαπίζουν και το οποίο είναι χρήσιμο στην ανθοκομία («καστανόχωμα για τα λουλούδια») … Dictionary of Greek
Γκότλαντ — (Gotland). Νησί (3.140 τ. χλμ., 57.412 κάτ. το 2000) της Σουηδίας στη Βαλτική θάλασσα, που απέχει 90 χλμ. από τις νοτιοανατολικές ακτές της. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Βίσμπι (Visby, 21.400 κάτ. το 2002). Το έδαφος του Γ. είναι γόνιμο με… … Dictionary of Greek
Κιλκίς, δήμος — Δήμος (24.812 κάτ.) του νομού Κιλκίς, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο καθώς και από τις πρώην κοινότητες Βαπτιστού, Κρηστώνης, Λειψυδρίου, Μεγάλης Βρύσης, Μελανθίου, Μεσιανού, Σταυροχωρίου και … Dictionary of Greek
λουκανίδες — (lucanidae). Οικογένεια κολεοπτέρων εντόμων, που αριθμεί περισσότερα από 1.050 είδη. Τα έντομα αυτά είναι τα μεγαλύτερα κολεόπτερα και απαντούν σε αφθονία στις υποτροπικές περιοχές. Έχουν μεγάλα σαγόνια, που μερικές φορές το μέγεθός τους είναι το … Dictionary of Greek
Χορτιάτης — I Βουνό της Μακεδονίας στον νομό Θεσσαλονίκης (ύψος 1.200 μ.). Ο X. άλλοτε ονομαζόταν Κισσός και σκεπαζόταν από δάση καστανιών και βελανιδιών. II Ορεινός οικισμός (υψόμ. 600 μ.) του νομού Θεσσαλονίκης. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (56 τ. χλμ.),… … Dictionary of Greek
καστανότοπος — ο περιοχή όπου υπάρχουν πολλές καστανιές ή τόπος κατάλληλος για φύτευση καστανιών: Το χωριό αυτό είναι καστανότοπος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
καστανόχωμα — το φυτογή που σχηματίζεται στις ρίζες των καστανιών: Αγόρασε καστανόχωμα για τα λουλούδια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)